Ελληνικό «τρικ» με τις μειώσεις συντάξεων

Ελληνικό «τρικ» με τις μειώσεις συντάξεων
Τελευταία ενημέρωση 17/12/2015

Ελληνικό «τρικ» με τις μειώσεις συντάξεων
ΠΛΑΤΩΝ ΤΗΝΙΟΣ*

Σε σκετς των Μόντι Πάιθον, κάποιοι ληστεύουν πλούσιους προκειμένου να δίνουν στους φτωχούς. Το πρόβλημα είναι ότι κάθε φορά λησμονούν ποιους λήστεψαν την προηγούμενη και επιλέγουν (για λόγους ευκολίας) τους ίδιους πλούσιους για να αποδώσουν τη λεία στους ίδιους φτωχούς. Οταν οι ληστές αντιλαμβάνονται ότι οι επαναλαμβανόμενες επιδρομές καταλήγουν ώστε οι παλιοί πλούσιοι να έχουν λιγότερους πόρους από τους παλιούς φτωχούς, αναγκάζονται να αρχίσουν ξανά από την αρχή.

Κάπως έτσι έχει γίνει στις συντάξεις. Από τον Μάιο του 2010, πριν ακόμη από το μνημόνιο, το νομοθετικό ψαλίδι επιστρέφει τακτικά στις ίδιες συντάξεις και τις περικόπτει με την ίδια δικαιολογία, αποσιωπώντας όμως ότι δεν είναι η πρώτη του επίσκεψη.

Οι συνταξιούχοι συνεχίζουν να παίρνουν ανά τρίμηνο βεβαιώσεις αποδοχών που ξεκινούν στο πάνω μέρος από τη μηνιαία σύνταξη που έπαιρναν το 2009 (που προκύπτει από το καταστατικό του Ταμείου τους, δηλαδή από τις εισφορές που είχαν πληρώσει). Μετά αναγράφονται μια μια όλες οι περικοπές από τότε (περί τις 10). Η εντύπωση που αποκομίζει ο συνταξιούχος είναι ότι «η πραγματική του σύνταξη» είναι η παλιά και μεγάλη. Λίγη υπομονή, δηλαδή, και πάλι «δικά μας θα ’ναι». Το Συμβούλιο της Επικρατείας συμφώνησε με την άποψη αυτή, εν μέρει: έχοντας θεωρήσει συνταγματικές τις μισές περικοπές, έκρινε μετά αντισυνταγματικές τις πανομοιότυπες υπόλοιπες.

Από την άλλη πλευρά, όμως, έχουμε την πραγματικότητα του ότι η οικονομία είναι σήμερα κατά ένα τέταρτο φτωχότερη από το 2009. Αν διατηρούσαν οι συνταξιούχοι ανέπαφη τη σύνταξή τους, θα ήταν οι ευτυχέστεροι των Ελλήνων, αφού δεν θα τους άγγιζε η κρίση καθόλου.

Συνεπώς τίθενται δύο θέματα. Πρώτον, το πραγματολογικό: ποιες συντάξεις μειώθηκαν, πώς και πόσο; Τι αναμένεται να γίνει; Δεύτερον, το δεοντολογικό: τι πρέπει (ή τι έπρεπε) να γίνει; Μπορεί να διορθωθεί;

Πέντε συμπεράσματα μετά τις περικοπές...

Η πρώτη περικοπή ήταν η αντικατάσταση των δώρων εορτών στις κύριες συντάξεις με σταθερό επίδομα 800 ευρώ, τον Μάιο 2010, προ μνημονίου. Η τελευταία ήταν η επιβολή εισφοράς υγείας τον Αύγουστο 2015.

Επίκεινται άλλες – περιορισμένες για τους παλαιούς συνταξιούχους αν επικρατήσει το μνημόνιο, πιθανώς πιο εκτεταμένες αναλόγως των ισοδυνάμων που θα προταθούν. Απαρίθμηση όλων των περικοπών υπάρχει στον πίνακα 1.

Οι περικοπές επικάθονταν η μία πάνω στην άλλη. Το σωρευτικό τελικό αποτέλεσμα εμφανίζεται στο διάγραμμα 1. Στις (πρώην) υψηλότερες συντάξεις, το ποσοστό περικοπής υπερβαίνει το 50% για υψηλές συντάξεις του Δημοσίου και 47% του ΙΚΑ. Η απώλεια αυξήθηκε το τελευταίο 12μηνο λόγω της επιβολής της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος το 2014 (-5,2% στις συντάξεις ΕΤΕΑ) και της εισφοράς υγείας 6% το 2015. Πάνω στις συντάξεις αυτές επιβάλλονται και όλοι οι φόροι που επιβαρύνουν και τους εργαζομένους: αυξημένοι φόροι εισοδήματος, έκτακτη εισφορά, ΕΝΦΙΑ, οι οποίοι δεν αναφέρονται. Το ποσοστό που φαίνεται στο διάγραμμα είναι μόνο η ειδική συνεισφορά των συνταξιούχων.

Πέρα από το μεγάλο ύψος περικοπών στις υψηλές συντάξεις, υπάρχει και μεγάλο εύρος επιπτώσεων. Η βασική σύνταξη του ΟΓΑ αυξήθηκε το 2010, πριν μειωθεί το 2013 λόγω της κατάργησης της 13ης και 14ης σύνταξης. Οι χαμηλές συντάξεις (700 - 1.000 ευρώ) επηρεάστηκαν σχεδόν αποκλειστικά από την κατάργηση των δώρων εορτών (μείωση 14%) και μόλις τον Αύγουστο από τις εισφορές υγείας (συνολική μείωση 19,9%).

Αυτό είναι μικρότερο της πτώσης αποδοχών στον ιδιωτικό τομέα (που ήταν περί το 30%). Οι χαμηλές συντάξεις (κάτω των 1.000 ευρώ), δηλαδή, είναι πιο ελκυστικές σε σχέση με τις αποδοχές εργασίας από ό,τι πριν από την κρίση. Αυτό από μόνο του εξηγεί για ποιον λόγο η πρόωρη συνταξιοδότηση στο ΙΚΑ παραμένει δημοφιλής.

Ο πίνακας 1 ποσοτικοποιεί την κάθε περικοπή ανά ύψος συνολικής «παλαιάς» σύνταξης 2009, για συγκεκριμένους τύπους ασφαλισμένων. Το σύνολο είναι το ποσό που εισέπραττε σε 12μηνη βάση το 2009 – δηλαδή ευθέως συγκρίσιμο με το σημερινό ποσό. Οι περικοπές του 2013, αν και ποσοστιαία μεγαλύτερες, είχαν μικρότερο αποτέλεσμα σε ευρώ, επειδή επιβάλλονταν επί ήδη μειωμένων ποσών.

Το διάγραμμα 2 εξετάζει πόσοι είναι σε κάθε κατηγορία. Τα δύο τρίτα είναι στις κατηγορίες όπου η μείωση συντάξεων ήταν μικρότερη από τις μειώσεις αποδοχών στην εργασία. Το ότι οι συντάξεις των χαμηλοσυνταξιούχων μειώθηκαν λιγότερο από τις αποδοχές (από τις οποίες υπολογίζεται η γραμμή φτώχειας) εξηγεί και την κάθετη μείωση του ποσοστού κινδύνου φτώχειας στα άτομα άνω των 65 ετών, που είναι ένα από τα στοιχεία της κρίσης που αγνοείται συστηματικά (από 21% το 2007 σε 13% το 2014). Με βάση τα στοιχεία, οι χαμηλοσυνταξιούχοι είναι από τους κερδισμένους της κρίσης: οι αποδοχές τους μειώθηκαν λιγότερο από αυτές των εργαζομένων, ενώ, βεβαίως, δεν είναι εκτεθειμένοι στον κίνδυνο ανεργίας.

Αντιθέτως, η φτώχεια μετακόμισε από τους ηλικιωμένους στις οικογένειες. Η φτώχεια εκεί έχει εκτιναχθεί, τη στιγμή που δεν καλύπτονται από κανένα βοήθημα.

Από την άλλη πλευρά, οι αναφορές από υπουργούς ότι «οι συντάξεις μειώθηκαν κατά 40%» αφορούν μόνο 13,5% των συνταξιούχων (300.000 άτομα). Δήμευση των συντάξεων άνω του 2.000 ευρώ θα επηρεάσει λιγότερο από 50.000 άτομα (1,9%), άρα αποκλείεται ως ουσιαστική πηγή χρηματοδότησης.

Πέντε συμπεράσματα προκύπτουν από αυτήν την ανάλυση:

1. Οι χαμηλές συντάξεις έχουν πληγεί αναλογικά λιγότερο από πολλά άλλα εισοδήματα. Τα κοινωνικά προβλήματα, πλέον, δεν εστιάζονται στις συντάξεις. Οι υπουργοί που διευθύνουν την κοινωνική πολιτική οφείλουν να καταλάβουν ότι τα πράγματα άλλαξαν. Απαιτείται αναπροσανατολισμός από τις συντάξεις στην απασχόληση.

2. Σημαντικός αριθμός πολιτών -άνω των 300.000- υφίσταται μείωση του διαθέσιμου εισοδήματός του κατά ποσοστά άνω του 25%, που μπορούν να φτάνουν ώς και το 50%. Τα άτομα αυτά έχουν πληρώσει υψηλές εισφορές για πολλά χρόνια. Το κράτος υποσκάπτει την ασφαλιστική συνείδηση.

3. Η αναδιανομή που γίνεται στις συντάξεις ανατρέπει την αρχή της ανταποδοτικότητας στις συντάξεις. Επιβραβεύεται η εισφοροδιαφυγή και τιμωρείται η ασφαλιστική συνέπεια.

4. Ανατρέπονται απροειδοποίητα προγραμματισμοί ζωής. Πολλοί από τους θιγόμενους μπορεί να είναι μεγαλύτεροι των 75 ετών. Αν ληφθεί υπόψη ότι οι ίδιοι άνθρωποι είναι στόχος και άλλων μέτρων όπως η φορολόγηση ακινήτων, η οικονομική τους κατάσταση πρέπει να είναι δραματική.

5. Η δομή συντάξεων που προκύπτει είναι ριζικά διαφορετική από την αρχική. Οι μεταβολές είναι τελείως αυθαίρετες, αφού δεν δικαιολογούνται από καμιά βασική αρχή.

Η κατάσταση όπως έχει αφεθεί να διαμορφωθεί λειτουργεί ως βραδυφλεγής βόμβα στα θεμέλια της κοινωνικής ασφάλισης. Οταν βλέπει ο νέος ασφαλισμένος ότι μια σύνταξη που καταβάλλεται επί δεκαετίες περικόπτεται με μόνη δικαιολογία ότι είναι μεγάλη, τότε για ποιον λόγο να πληρώνει εισφορές; Χωρίς ανταποδοτικότητα, η κοινωνική ασφάλιση ισοδυναμεί με τιμωρητική φορολογία της εργασίας. Το κράτος αποθαρρύνει έτσι την εργασία σχεδόν στον ίδιο βαθμό που αποθαρρύνει το κάπνισμα. Λες και έχει βλαβερές συνέπειες, ιδίως για τους νέους...

...και πέντε αρχές για τον αναγκαίο επιμερισμό βαρών

Κανένας δεν δικαιούται να είναι απών από τον επιμερισμό του κόστους μιας μεγάλης κρίσης. Από το 2007 η Ελλάδα συνολικά είναι φτωχότερη κατά 25%, αφού μπορεί να παράγει μόνο το 75% που παρήγαγε. Αν κάποιος διατηρεί το εισόδημά του αλώβητο, σημαίνει ότι ανεβαίνει στην εισοδηματική κατάταξη κατά ένα τρίτο (100 διά 75). Αυτό που απαιτείται, συνεπώς, είναι ένας δίκαιος επιμερισμός του κόστους της κρίσης.

Σε αυτή τη διαδικασία οφείλουμε να επισημάνουμε πέντε αρχές:

Πρώτον, όσο ευρύτερος ο κύκλος θιγομένων, τόσο μικρότερο το εύρος προσαρμογής για τον καθένα.

Δεύτερον, ο επιμερισμός του κόστους δεν πρέπει να υπονομεύσει τις προοπτικές ανάκαμψης. Αν βελτιώνει τις πιθανότητες ανάκαμψης κάποια μεγαλύτερη επιβάρυνση θα είναι ένα είδος επένδυσης στη συλλογική ευημερία.

Τρίτον, το ποιο είναι το κόστος προς επιμερισμό εξαρτάται από τη διάγνωση για την κρίση, με την έννοια ότι πρέπει να βρεθεί το σημείο αναφοράς. Προς τα πού προσαρμοζόμαστε, στο 2010 ή στο 2007; Πριν ή μετά την ευημερία με δανεικά;

Τέταρτον, το σημείο αναφοράς οφείλει να συμπίπτει με σημείο βιωσιμότητας του χρέους, αλλιώς θα μεταφερθεί και αυτό το βάρος προς την επόμενη γενιά.

Πέμπτον, στην κοινωνική ασφάλιση η δικαιοσύνη δεν εξαντλείται στην αναδιανομή στον άξονα πλούσιοι/φτωχοί. Εξίσου σημαντική είναι και η διάσταση της ανταπόδοσης για ατομική προσπάθεια – μέσω των εισφορών.

Καμία από τις ανωτέρω αρχές δεν συζητήθηκε από το 2010. Οι συντάξεις επελέγησαν ως εύκολος στόχος, αφού είναι το μεγαλύτερο κονδύλι του προϋπολογισμού. Οι συνταξιούχοι, αφού έχουν αποσυρθεί από την εργασία, δεν διαμαρτύρονται. Παρά το γεγονός ότι σε όλες τις απεργίες για το ασφαλιστικό (1992, 2002, 2008) γινόταν επίκληση της ανάγκης προστασίας των συνταξιούχων, όταν τέθηκε το δίλημμα «συνταξιούχοι ή εργαζόμενοι», δεν υπήρχε δισταγμός να επιλεγούν οι συνταξιούχοι.

Η ειρωνεία είναι ότι οι περικοπές που το 2002 αποφεύχθηκαν «με αγώνες», επανέρχονται με τόκο. Η μόνη διαφορά είναι ότι, αντί να γίνονται με προειδοποίηση και συντεταγμένα, γίνονται αναδρομικά, απότομα και με μεγαλύτερο κοινωνικό κόστος. Το βασικό «κέρδος» για τις κυβερνήσεις είναι η απόσειση ευθυνών. Ενώ το 2002 θα έπρεπε να παραδεχθούν ότι κακώς διατηρούσαν σε λειτουργία ένα μη βιώσιμο σύστημα, επέλεξαν να συνεχίσουν να πουλάνε υποσχέσεις, γνωρίζοντας ότι αυτές δεν είχαν αντίκρισμα. Το «πρόβλημα» το έλυσαν οι αυτουργοί όταν από το 2010 κατάφεραν να επιρρίψουν την ευθύνη για τις αναπόφευκτες περικοπές στην τρόικα.

Η τ. πρόεδρος της Βουλής Ζωή Κωνσταντοπούλου είχε δίκιο όταν ανέφερε ότι οι περικοπές, όπως έγιναν, θίγουν ανθρώπινα δικαιώματα. Το να διατηρείς ένα μη βιώσιμο σύστημα εν γνώσει σου είναι έγκλημα – για τις συντάξεις όπως και για το χρέος. Ομοίως, το να φορτώνεται ένα δημοσιονομικό βάρος σε μια ομάδα χωρίς να εξηγηθεί γιατί, πώς και πόσο είναι δείγμα αυταρχισμού. Πολύ περισσότερο, όταν ανατρέπει ένα κοινωνικό συμβόλαιο δεκαετιών.

Μια ιδιωτική ασφαλιστική εταιρεία που συμπεριφέρεται όπως οι κυβερνήσεις της Ελλάδας στους ασφαλισμένους υπηκόους τους, θα είχε υποχρεωθεί στην αναστολή λειτουργίας. Συνταγματικά δικαστήρια στη Λετονία και τη Ρουμανία κατέληξαν ότι οι περικοπές συντάξεων ήταν παράνομες. Στην Πορτογαλία ότι δεν μπορεί να επιβαρύνονται επιλεκτικά οι συνταξιούχοι. Το ΣτΕ έκρινε ότι δεν αιτιολογήθηκε η περικοπή του 2013.

Υπήρξε, επομένως, παραβίαση δικαιωμάτων. Είχε άδικο η κ.Κωνσταντοπούλου, όμως, όταν κατέληγε ότι η παραβίαση δικαιωμάτων αναιρεί την ανάγκη προσαρμογής. Αν η προσαρμογή επιβάλλεται από την πραγματικότητα, το να εξαιρεθεί κάποιος (π.χ. επειδή έχει επιδέξιο συνήγορο), σημαίνει να επιβαρυνθεί κάποιος άλλος. Αν δεν πληρώσουν οι συνταξιούχοι, θα πληρώσει, πάλι, ξανά και περισσότερο, η νέα γενιά.

Το θέμα, συνεπώς, δεν είναι να μη γίνουν προσαρμογές, αλλά να γίνουν με τρόπο τεκμηριωμένο, δίκαιο και δημοκρατικό. Αυτό δεν επιτυγχάνεται με την απόκρυψη και τις παρασκηνιακές συνεννοήσεις, αλλά μέσω διαλόγου με στοιχεία και ανοικτά χαρτιά. Η συμμόρφωση προς την απόφαση του ΣτΕ θέτει το ζήτημα με νέα επιτακτικότητα.

Είναι σίγουρο ότι η νέα ηγεσία του υπουργείου Εργασίας θα βρεθεί ξανά μπροστά σε νέα αντίστοιχα διλήμματα. Θα μπορεί και πάλι να ισχυριστεί ότι φταίει η (νέα και πολυπληθέστερη) τρόικα. Ας ελπίσουμε, όμως, ότι θα προσεγγίσει το θέμα με περισσότερη παρρησία και αίσθημα ευθύνης από ό,τι οι προκάτοχοί της.

* Ο κ. Πλάτων Τήνιος είναι επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Visiting Senior Fellow στο London School of Economics 2015/6.περισσότερα www.kathimerini.gr/834353/article/oikonomia/